Ο παραδοσιακός οικισμός Άγιος Προκόπιος βρίσκεται στο κέντρο του νησιού της Κέρκυρας σε υψόμετρο 135 μέτρων περίπου. Απαρτίζεται από τέσσερις γειτονιές, ενωμένες μεταξύ τους: Καρδάτικα , Λιγνάτικα ( Φατουμάτικα ), Μαμαλάτικα , Κάτω Γειτονιά . Διοίκηση Στις ιστορικές πηγές πρωτοσυναντάται το 1381 η βαρωνία ή φέουδο Psorarci , ενώ από το 1497 εμφανίζεται ως « χωρίον των Ψωραραίων ». Με το σχηματισμό των πρώτων Δήμων (1866) αποτέλεσε ομώνυμο οικισμό του Δήμου Αστυγειτόνων , που αργότερα (1869) συγχωνεύθηκε στο Δήμο Μεσοχωριτών . Με τη διάλυση των Δήμων (1912) και τη δημιουργία των Κοινοτήτων, αποτέλεσε μαζί με τους Καστελλάνους Μέσης μία Κοινότητα, ενώ με βασιλικό διάταγμα της 5ης Μαρτίου 1919 ιδρύθηκε η Κοινότητα Ψωραρών , που το 1936 μετονομάσθηκε σε Κοινότητα Αγίου Προκοπίου . Από το 1995 αποτελεί ομώνυμο οικισμό του Δήμου Αχιλλείων . Η τοπική διοίκηση ασκούνταν από κατοίκους του χωριού, που αποκαλούνταν γέροντες ή προεστοί . Έθιμα Όπως όλα τα χωριά της Κέρκυρας, και ειδικά τ
Η παλαιότερη αναφορά στο " χωρίον των Ψωραραίων " ( Ψωραροί ) γίνεται σε συμβόλαιο που συνάπτεται στις 10 Αυγούστου του 1497 ανάμεσα στα αδέλφια Νικόλαο και Αντώνιο Καρύδη, τους επονομαζόμενους Άγγελους . Ωστόσο, το 1471 η Βενετία απονέμει τμήμα της " baroniam Psorarce " στη Λουδοβίκα, χήρα του Ιερώνυμου Μπραγκαντίνο ( Bragadin ). Η βαρωνία αυτή είχε απονεμηθεί σε άγνωστο χρόνο στον παππού της Λουδοβίκας, Colla de Gottis (+1437), του οποίου μοναδική κληρονόμος ήταν η κόρη του Ντιάνα, μητέρα της Λουδοβίκας και σύζυγος του βενετού Stefano Capello . Από διάφορες πηγές πληροφορούμαστε ότι οι γαίες της βαρωνίας εκτείνονταν γύρω και από τα γειτονικά χωριά των Καστελλάνων και των Κουραμάδων. Η παλαιότερη ωστόσο μαρτυρία για την ύπαρξη του φέουδου ή μπαρωνίας Psorarci γίνεται σε έγγραφο του έτους 1381 , όπου αναφέρεται ο " papa Nicolaus Cacarida protogerus et baiulus Psorarci de baiulatione de Medio ". Η ύπαρξη βαρωνικών αναγραφών και τοπωνυμίων, επιβεβαιών